ΛΟΓΟΣ ΜΕ': ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑΣ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΟΥ

ΔΙ ΗΣ ΕΚ ΤΟΥ ΥΨΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΩΣΥΝΗΣ ΑΥΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΥΓΚΑΤΕΒΗ. ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ
Καί πάλιν ο Κύριος ημών κατά τον τρόπον του ελέους αυτού πρόνοιαν ποιησάμενος και κατά το μέτρον της χάριτος αυτού, εάν συνετώς πρόσχης, και περί των σωματικών πειρασμών προσέταξε προσεύξασθαι. Ιδών γαρ την φύσιν ημών ασθενή ούσαν, δια το γεώδες και σαθρόν του σώματος, και μη δυναμένην αντιστήναι τοις πειρασμοίς, όταν εν μέσω αυτών γένηται, και δια τούτο εκπίπτουσαν της αλη­θείας, και νώτα προσέχουσαν και νικωμένην υπό των θλίψε­ων, προσέταξε προσεύξασθαι μη εμπεσείν εξαίφνης εις τους πειρασμούς, ει δυνατόν εστίν άνευ αυτών ευαρεστείν τω Θεώ. Εάν μέντοι αιφνιδίως ένεκα μεγίστης αρετής εις φοβερούς πειρασμούς εμπέση ο άνθρωπος και μη υπομείνη, ουδέ τελειώσαι την αρετήν εν τω καιρώ εκείνω δύναται.
Ού χρη ημάς πρόσωπον λαμβάνειν, ούτε ημών αυτών ούτε άλλων, ουδέ χάριν φόβου καταλιπείν το ευγενές και τίμιον πράγμα, εν ώ η ζωή της ψυχής ταμιεύεται, και προφάσεις φέρειν και δόγματα της χαυνότητος. Οίον, «εύξασθαι μη εισελθείν εις πειρασμόν». Περί των τοιούτων γαρ είρηται, ότι δια της εντολής κρυπτώς άμαρτάνουσιν.
Εάν ουν συμβή ανθρώπω και επέλθη αυτώ πειρασμός και αναγκασθή καταλύσαι μίαν των εντολών μου τούτων,ήγουν καταλείψαι την σωφροσύνην η την μοναχικήν πολιτείαν ή άρνησασθαι την πίστιν ή μη άγωνίσασθαι δια Χριστόν ή καταργήσαι μίαν των εντολών, ούτος, εάν δειλιάση και μη αντιστή γενναίως προς τους πειρασμούς, εκπεσείται της αληθείας.
Λοιπόν πάση δυνάμει περιφρονήσωμεν του σώματος και παραδώμεν τω Θεώ την ψυχήν και εισέλθωμεν εν όνοματι Κυρίου εις τον αγώνα των πειρασμών.
Και ο διασώσας τον Ιωσήφ εν γη Αιγύπτου και αναδείξας αυτόν εικόνα και τύπον της σωφροσύνης, και ο τον Δανιήλ αλώβητον φυλάξας εν τω λάκκω των λεόντων, και τους τρεις νεανίας εν τη καμίνω του πυρός, και τον Ίερεμίαν εκ του λάκκου των βορβόρων και ο ρυσάμενος αυτόν και χαρισάμενος αυτώ έλεος εν μέσω του στρατοπέδου των Χαλδαίων, και εξαγαγών τον Πέτρον εκ του δεσμωτηρίου κεκλεισμένων των θυρών και τον Παύλον διασώσας εκ της συναγωγής των Ιου­δαίων και, απλώς ειπείν, ο πάντοτε εν παντί τόπω και χώρω συνών τοις δούλοις αυτού και δεικνύων αυτού την δύναμιν και νίκην εν αυτοίς και διατηρών αυτούς εν πολλοίς τεραστίοις και εμφανίζων αυτών το σωτήριον αυτού εν πάσαις ταίς θλίψεσιν αυτών, αυτός και ημάς ενισχύσοι και διασώσοι εν μέσω των κυμάτων των περικυκλούντων ημάς. Αμήν.
Έστω ούν ημίν ζηλος εν ταίς ψυχαίς ημών κατά του διαβόλου, και των αυτού ταξεωτών, οίον είχον οι Μακκαβαίοι και οι άγιοι προφήται, και οι Απόστολοι και μάρτυρες και όσιοι και δίκαιοι, οίτινες συνεστήσαντο τους θείους νόμους και τάς εντολάς του Πνεύματος εν χώραις φοβεραίς και πειρασμοίς χαλεπωτάτοις και απέρριψαν τον κόσμον και το σώμα οπίσω αυ­τών και υπέμειναν εν τη δικαιοσύνη αυτών, μη ηττηθέντες υπό των κινδύνων των κυκλωσάντων συν ταίς ψυχαίς αυτών και τα σώματα, αλλά νικήσαντες ανδρείως. Ων τα ονόματα γέγραπται εν βίβλω ζωής μέχρι της παρουσίας του Χριστού, και η διδαχή αυτών τετήρηται δια προσταγής Θεού προς ημετέραν διδασκαλίαν και ανάρρωσιν, ως μαρτυρεί ο μακάριος Απόστο­λος, ίνα σοφοί γενώμεθα και μάθωμεν τάς οδούς του Θεού, και υπ' όψιν έχωμεν τα διηγήματα και τους βίους αυτών, ως εμψύχους και ζώσας εικόνας, και λάβωμεν εξ αυτών τύπον και δράμωμεν εν τω δρόμω αυτών και ομοιωθώμεν αυτοίς.
Ως ηδέα τα θεία λόγια τη συνετωτάτη ψυχή, ώσπερ τροφή θάλπουσα το σώμα, επιθυμητά δε τα διηγήματα των δι­καίων εν τοις ωσί των πατέρων, ως διηνεκής αρδεία τω νεωστί πεφυτευμένω φυτώ.
Εχε οΰν, αγαπητέ, κατά νουν την πρόνοιαν του Θεού, ην εξ αρχής και μέχρι του νυν προνοείται, ώσπερ τι καλόν φάρμακον ασθενέσιν όμμασι, και κάτεχε παρά σεαυτώ τούτου την μνήμην εν πάση ώρα, και διαλογίζου και φρόντισον και παιδεύθητι εν αυτοίς, ίνα μάθης λαβείν μνημην εν τη ση ψυχή της μεγαλωσύνης της τιμής του Θεού και εύρης τη ση ψυχή ζωήν αιώνιον εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, τω γενομένω μεσίτη Θεού και ανθρώπων, ως εξ αμφοτέρων ηνωμένω, ου τη δόξη τη περικυκλούση τον θρόνον αυτού της τιμης αι των Αγ­γέλων τάξεις προσπελάσαι ου δύναται, δι' ημάς δε φανέντι εν κοσμώ εν ευτελεί και ταπεινώ προσχήματι καθώς φησίν ο Ησαΐας «είδομεν αυτόν, και ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος», Εκείνος ο πάση τη κτιστή φύσει αόρατος και σώμα ενδυσάμενος και τελειώσας την οικονομίαν εις σωτηρίαν και ζωήν πάντων των καθαρισθέντων δι' αυτού εθνών.
Ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμην.